Η Ελλάδα αποτελεί μια σημαντική οινοπαραγωγό χώρα. Το 2017 κατέλαβε την 17η θέση παγκοσμίως καταγράφοντας ετήσια παραγωγή 2,5 εκατομμύρια εκατόλιτρα οίνου. Σήμερα υπάρχουν περισσότερα από 1290 ενεργά οινοποιεία, με την προ κορωνoϊού τάση να είναι συνεχώς αυξητική. Οι παραγωγικές αυτές μονάδες, πέραν του οίνου, παράγουν και σημαντικό αριθμό υποπροϊόντων (αποβλήτων), η σωστή διαχείριση των οποίων μπορεί να τα μετατρέψει από «βάρος» και εν δυνάμει εστίες ρύπανσης, σε προστιθέμενης αξίας προϊόντα.
Σύμφωνα με μελέτες, έχει εκτιμηθεί πως από κάθε οινοποιείο παράγονται κατά μέσο όρο 1.3 – 1.5kg υποπροϊόντων ανά λίτρο οίνου, εκ των οποίων το ~80% είναι σε υγρή μορφή και ~20% σε στερεή. Τα υποπροϊόντα αυτά συνήθως διακρίνονται σε δυο βασικές κατηγορίες, τα υλικά που προέρχονται από την παραγωγή του οίνου και τα υλικά που παράγονται στην διάρκεια της εμφιάλωσης και της συσκευασίας.
Υποπροϊόντα παραγωγής οίνου
Οινολάσπες: Δηλαδή το ίζημα που παραμένει μετά την οινοποίηση στον πυθμένα των δεξαμενών, που συνήθως κατευθύνονται, μαζί με τα στέμφυλα, προς απόσταξη για παραγωγή τσίπουρου ή «επιστρέφουν» στο χωράφι με την μορφή λιπάσματος. Σε αρκετά μέρη της Γαλλίας, σε πιλοτική κλίμακα, τις διαθέτουν προς παραγωγή βιοαιθανόλης, την οποία στην συνέχεια χρησιμοποιούν ως βιοκαύσιμο σε οχήματα (συνήθως μέσα μαζικής μεταφοράς). Σήμερα υπάρχουν εταιρείες που χρησιμοποιούν αυτές τις οινολάσπες για την ωρίμανση τυριών, για την παραγωγή ψωμιού και ζυμαρικών αλλά και ως πρώτη ύλη σε προϊόντα κοσμετολογίας (κρέμες, σαπούνια, αλοιφές κ.ά). Τέλος υπάρχουν μελέτες που εστιάζουν στην ανάκτηση χρήσιμων υλικών όπως τρυγικού οξέος, καθώς σε κάθε τόνο οινολάσπης υπάρχουν 100 – 150kg τρυγικού οξέος.
Βόστρυχοι: Συνήθως χρησιμοποιούνται ως λίπασμα μετά από κομποστοποίηση. Επίσης μπορούν να λειτουργήσουν και ως υλικά τροφοδοσίας βιοαντιδραστήρων, προς παραγωγή βιοαερίου. Στην περίπτωση όμως αυτή η προκατεργασία τους, είναι απαραίτητη.
Στέμφυλα: Όπως και οι βόστρυχοι, έτσι και τα στέμφυλα μπορούν εύκολα να μετατραπούν σε λίπασμα. Σε επιλεγμένες φάρμες εκτροφής ζώων, έχουν χρησιμοποιηθεί και ως ζωοτροφή, ενώ εξαιτίας του οργανικού τους φορτιού, ύστερα από επεξεργασία – ξήρανση, μπορούν να μετατραπούν και σε καύσιμη ύλη. Πρόσφατα, εταιρεία στην Ολλανδία χρησιμοποίησε τα στέμφυλα και παρήγαγε σόλες για αθλητικά υποδήματα.
Γίγαρτα: Πιθανώς το πιο πολύτιμο από τα υπόλοιπα υποπροϊόντα των οινοποιείων. Τα γίγαρτα (κουκούτσια) ύστερα από ψυχρή έκθλιψη μπορούν να παράγουν υψηλής (θρεπτικής και οικονομικής) αξίας έλαιο, το οποίο είναι πλούσιο σε φλαβονοειδή, στιλβένια και φαινολικά οξέα. Το έλαιο αυτό βρίσκει εφαρμογές στην μαγειρική και κυρίως στην κοσμετολογία.
Υποπροϊόντα εμφιάλωσης
Σε αυτή την κατηγορία ανήκουν τα υλικά συσκευασίας όπως κουτιά, φιάλες, φελλοί κ.ά. Τα κουτιά μπορούν να ανακυκλωθούν, ενώ οι φιάλες και οι φελλοί μπορούν να δράσουν ως διακοσμητικά υλικά. Οι φελλοί τελευταία έχουν βρει μια νέα χρήση, καθώς εταιρεία στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής τους συλλέγει, τους κατεργάζεται και τέλος τους χρησιμοποιεί ως μονωτικά υλικά σε σωληνώσεις και στις τοιχοποιίες κατοικιών.
Λοιπά υποπροϊόντα
Στην κατηγορία αυτή μπορούμε να κατατάξουμε τα βαρέλια, που μετά από ένα διάστημα χρήσης, «απορρίπτονται» από τα οινοποιεία. Τα βαρέλια αυτά χρησιμοποιούνται για την παλαίωση αποσταγμάτων, είτε πολλές φορές αποτελούν την βάση για υλικά διακόσμησης υψηλής αισθητικής (τραπέζια, προθήκες κρασιών κ.ά). Οι δούγες των βαρελιών γνωστών οινοποιείων, χρησιμοποιούνται και για την παραγωγή ξύλινων λαβών σε μαχαίρια και τιρμπουσόν, προσδίδοντας αξία στο τελικό προϊόν.
Τέλος υπάρχει η διάθεση αναζήτησης χρήσης έως και του CO2 που εκλύεται κατά την διάρκεια της αλκοολικής ζύμωσης (π.χ διοχέτευση σε θερμοκήπια ή στην καλλιέργεια άλγεων), ώστε να μην αποτελεί πλέον ρύπο, αλλά ωφέλιμη πρώτη ύλη.
Άγγελος Θ. Ζαμάνης
Χημικός/Οινολόγος MSc
Διευθυντής Domaine Agrovision